Μοχθηρός λεγόταν ο χοίρος (γουρούνι) στον μεσαιωνικό Πόντο και η λέξη διατηρήθηκε ως μουχτερός ή μουχτερόν στον Πόντο ως τα τελευταία χρόνια πριν τον ξεριζωμό αλλά και σήμερα διατηρείται στην ποντιακή διάλεκτο.
Η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη μοχθηρός.
Το ρήμα είναι μοχθέω- μοχθώ και παράγωγο η λέξη μόχθος (κόπος, ταλαιπωρία, επίπονη εργασία). Εξαιτίας της επίπονης εργασία, από την οποία κάποιος γίνεται βρώμικος, σημαίνει και τον κακομαθημένο, άθλιο, ελεεινό. Ο συμπαθής, κατά τα άλλα, χοίρος, ο οποίος βρίσκεται συνέχεια μέσα σε λάσπες, πήρε το προσωνύμιο αυτό από αυτήν του την συνήθεια.
Στα έγγραφα της Μονής Βαζελώνος
Την λέξη την συναντάμε στα έγγραφα της Μονής Βαζελώνος μεταξύ των ετών 1245-1702. («Διαλεκτικά εκ του μεσαιωνικού Πόντου» του γλωσσολόγου Δικαίου Βαγιακάκου, Αρχείον Πόντου τόμος εικοστός έκτος).
«Του βοός το ήμισυ και δύο μοχθηρά χιαστά είναι το αυθεντικόν μου», γράφει σε ένα από τα χειρόγραφα της Μονής που αφορά αφιερώματα στο Μοναστήρι.
Στην Τραπεζούντα λεγόταν μουχτερός όπως και στην Κερασούντα και Χαλδία, μουχτερόν στην Τραπεζούντα, Κερασούντα, Κοτύωρα και Χαλδία, μεχτερός στην Χαλδία, και στην Αμισό (Σαμψούντα) μουχτερό.
Την λέξη την συναντάμε και σε κείμενο του Πτωχοπρόδρομου*: «και μουχτερόν ο κηπουρός έχει και θρέφει τούτο».
*Ο Πτωχοπρόδρομος (1115 - 1160) χαρακτηρίζεται συμβατικά ο ποιητής και συγγραφέας που συνέταξε τον 12ο αιώνα σε δημώδη γλώσσα και σε δεκαπεντασύλλαβους πολιτικούς στίχους τέσσερα σατυρικά και επαιτικά ποιήματα που είναι γνωστά με το γενικό όνομα Πτωχοπροδρομικά.
Τα ποιήματα αυτά θεωρούνται στο σύνολό τους ιδιαίτερα σημαντικό έργο, ενώ μάλιστα χαρακτηρίζονται από πολλούς ως η απαρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, κυρίως επειδή ήταν τα πρώτα που γράφτηκαν σε δημώδη γλώσσα κατά τη βυζαντινή περίοδο.
Comments